ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου (ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ) (Λουκ. ιη΄ 10-14)

Ὁ Τελώνης καί ὁ Φαρισαῖος, ἀδελφοί, εἶναι τά πρόσωπα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Δύο κόσμοι τόσο διαφορετικοί, ἀλήθεια! Διαμετρικά ἀντίθετοι! Καί ὅμως σήμερα συναντῶνται σέ ἕνα σημεῖο, στήν προσευχή, στήν προσπάθειά τους νά ἐπικοινωνήσουν μέ τό Θεό. Τό πέτυχαν;

Ὁ Φαρισαῖος, μᾶς λέει ἡ περικοπή, στάθηκε σέ μέρος ἐμφανές καί ἐπίσημο τοῦ μεγάλου Ἰουδαϊκοῦ Ναοῦ, σήκωσε τά μάτια του, τά χέρια του, ὅλο τόν ἑαυτό του ψηλά, ξεκίνησε μέ σιγουριά, μέ αὐτοπεποίθηση καί ὁρμή, γιά νά φτάσει στά ὕψη τοῦ οὐρανοῦ. Ἄρχισε νά προσεύχεται. Σέ ποιόν ἀπηύθυνε τήν προσευχή του; Ὁ ἴδιος ἔλεγε πώς τήν ἀπηύθυνε πρός τό Θεό, διότι τή λέξη Θεός ἔχει πρώτη-πρώτη στήν προσευχή του.
Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς πληροφορεῖ πώς αὐτήν τήν προσευχή τήν ἀπηύθυνε πρός τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του: Ἔστησε τό εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ του μπροστά του καί ἄρχισε νά τό προσκυνᾶ.

Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ, εἶπε, πού δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι «ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί», δηλαδή κλέφτες, ἀπατεῶνες, ἀνήθικοι, ὅπως εἶναι καί αὐτός ἐδῶ ὁ Τελώνης - καί φαίνεται πώς θά τόν ἔδειξε ἐκείνη τή στιγμή μέ τό δάχτυλό του. Ἐγώ, συνέχισε ὁ Φαρισαῖος, εἶμαι ἐνάρετος ἄνθρωπος. Νηστεύω δύο φορές τήν ἑβδομάδα καί προσφέρω τό ἕνα δέκατο ἀπό ὅλα τά εἰσοδήματά μου στό ναό σου.

Ἀσφαλῶς ὁ καθένας ἀπό μᾶς, καθώς ἀκοῦμε αὐτά τά λόγια, αἰσθανόμαστε ἄσχημα καί εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀποπάρουμε τό δυστυχῆ καί ἀνόητο Φαρισαῖο, πού καμάρωνε σάν τό παγώνι γιά τίς ἀρετές του. Μερικοί μάλιστα δέν ἀποκλείεται νά ψιθυρίζουμε κιόλας ἀπό μέσα μας, εὐτυχῶς πού δέν εἶμαι σάν τούς Φαρισαίους, τούς ὑποκριτές.

Ὅμως, ἄς σταθοῦμε μιά στιγμή, ἀδελφοί. Αὐτό τό σημεῖο εἶναι ἐπικίνδυνο. Διότι καταλαβαίνουμε ποῦ μπορεῖ νά φτάσουμε ἔτσι; Ἀκριβῶς στή θέση τοῦ Φαρισαίου. Ἄς μήν ἀποροῦμε γι΄ αὐτό. Διότι ἡ οὐσία τῆς φαρισαϊκῆς ἁμαρτίας εἶναι κυρίως αὐτή. Τό νά θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας καλύτερο ἀπό τούς ἄλλους. Νά λέμε δηλαδή καί ἐμεῖς «οὔκ εἰμι, ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων».

 «Θεός φυλάξοι!», ἴσως ποῦν ἀμέσως μερικοί, πῶς εἶναι δυνατόν νά πάθουμε κάτι τέτοιο; Λοιπόν, εἶναι τόσο δύσκολο νά τό καταλάβουμε; Δέν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι κάθε φορά πού ὑψώνουμε τά μάτια μας καί τά καρφώνουμε ἐπιτιμητικά στούς ἀδελφούς μας, γιά τά τυχόν λάθη πού κάνουν, οὐσιαστικά ἔχουμε βρεθεῖ μέσα στά χωρικά ὕδατα τοῦ Φαρισαϊσμοῦ; Δέν γνωρίζουμε ὅτι, ὅταν ἀδυσώπητοι  κατακρίνουμε τούς ἄλλους, οὐσιαστικά ἔχουμε γίνει Φαρισαῖοι; Ὁ Φαρισαϊσμός εἶναι ὕπουλο καί πολύπλοκο πάθος. Ἐκεῖ πού κανείς νομίζει πώς ὑπηρετεῖ τό Θεό, μπορεῖ νά προσφέρει θυσία στό διάβολο. Ἡ πιό ὕπουλη  λεπτή καί ἐπικίνδυνη μορφή τοῦ Φαρισαϊσμοῦ εἶναι τό νά κατακρίνει κανείς αὐτούς τούς ὁποίους θεωρεῖ Φαρισαίους καί ὑποκριτές. Αὐτό πού λένε μερικοί: Ἐγώ εἶμαι εὐθύς ἄνθρωπος, τά λέω ἔξω ἀπό τά δόντια, δέν εἶμαι σάν αὐτούς τούς ὑποκριτές. Ἰδού ὁ Φαρισαϊσμός! «Οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων». Ἐγώ δέν εἶμαι σάν αὐτούς.

Ἄς τό ὑπογραμμίσουμε, ἑπομένως, ἀδελφοί μου: Κάθε φορά πού κατακρίνουμε τούς ἄλλους οὐσιαστικά γινόμαστε Φαρισαῖοι. Βρισκόμαστε δηλαδή μακριά ἀπό τό σωστό, τό σωστικό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου.

Ἄς πᾶμε τώρα στόν Τελώνη. Ἐπιτέλους! Τά χέρια τοῦ Τελώνη βρίσκουν αὐτή τή φορά τό σωστό τους στόχο. Μέχρι τώρα ἦσαν συνηθισμένα νά χτυποῦν τούς ἄλλους, νά ἁρπάζουν ξένες περιουσίες, νά ἀπειλοῦν, νά ὁδηγοῦν στά δικαστήρια καί στίς φυλακές ἀθώους ἀνθρώπους. Τώρα τόν βλέπουμε νά στέκεται σέ μιά γωνιά τοῦ Ναοῦ συντετριμμένος. Ποιός ξέρει πῶς ἔφτασε ὥς ἐδῶ. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν σύχναζε στό Ναό. Ἡ ζωή του πέρασε ἔξω ἀπό τή ζεστασιά καί τή χάρη τοῦ Ναοῦ. Τί τρόπους μεταχειρίστηκε ὁ Θεός, γιά νά φέρει κοντά Του αὐτήν τήν ψυχή, δέν γνωρίζουμε. Μονάχα τόν διακρίνουμε μισοκρυμμένο σέ μιά ἄκρη τοῦ ἱεροῦ χώρου νά πασχίζει νά ἐπικοινωνήσει μέ τό Θεό. Τί νά πεῖ; Αὐτός δέν ξέρει νά προσεύχεται. Ἡ γλώσσα του εἶναι μαθημένη νά ψεύδεται, νά βρίζει, νά ἀπειλεῖ. Μόνο τρεῖς λέξεις ἔχει τή δύναμη νά προφέρει: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου, λυπήσου με τόν ἁμαρτωλό. Καί σάν  μιά παράδοξη καί πρωτότυπη μουσική ὑπόκρουση, συνοδεύει τά λόγια του μέ ἀσταμάτητα χτυπήματα στό στῆθος του. Ναί!  Τά χέρια του βρῆκαν πιά τό σωστό τους στόχο. Δέν χτυποῦν τούς ἄλλους, χτυποῦν τό στῆθος του, πού περικλείει τήν ἁμαρτωλή καί ἀκάθαρτη καρδιά του.

Ἐδῶ ἀκριβῶς, ἀδελφοί, βρίσκεται καί ἡ αἰτία τῆς δυστυχίας πολλῶν ἀπό ἐμᾶς. Ἐνῶ ὑποφέρουμε ἀπό τή  βασανιστική παρουσία τοῦ κακοῦ στή ζωή μας, τό πολεμᾶμε συνήθως ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό μας. Καί ποιό εἶναι τό ἀποτέλεσμα; Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὄχι μόνον δέν μειώνουμε τό κακό, ἀλλά τό αὐξάνουμε. Ἄς καταλάβουμε, λοιπόν, ὅτι τό κακό δέν βρίσκεται μόνο ἔξω ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά βρίσκεται καί μέσα μας, φωλιάζει στά βάθη τῆς καρδιᾶς μας.Ὅσο ἀρνούμαστε νά παραδεχθοῦμε αὐτήν τήν ἁπλή  ἀλήθεια, θά ὑποφέρουμε. Θά γεμίζουμε ταραχή καί ἐκνευρισμό προσπαθώντας νά διορθώσουμε τούς ἄλλους καί θά κινδυνεύουμε νά ἀρρωστήσουμε, καθώς θά διαπιστώνουμε ὅτι οἱ ἐνέργειές μας δέν φέρουν σχεδόν κανένα ἀποτέλεσμα, συχνά μάλιστα χειροτερεύουν τήν ὅλη κατάσταση.

Τό χειρότερο εἶναι ὅτι μέ μιά τέτοια λανθασμένη ἀτμόσφαιρα, κάθε προσπάθεια νά ἐπικοινωνήσουμε μέ τό Θεό εἶναι μάταιη. Ἡ προσευχή μας δέν ἀνεβαίνει ψηλά.  Ὅταν λοιπόν διάφορα πράγματα μᾶς φταῖνε, ἄς μή ξεχνιόμαστε. Ἡ μόνη σωστή λύση εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Τελώνη, ἡ ταπείνωση. Νά χτυπᾶμε στό στῆθος μας τήν ἁμαρτωλή καρδιά μας καί νά λέμε:  Θεέ μου, λυπήσου με τόν ἁμαρτωλό. Λυπήσου με! Γιά τίς ἁμαρτίες μου συμβαίνουν ὅλα αὐτά. Γιά τίς ἁμαρτίες μου. Λυπήσου με, Κύριε, συγχώρεσέ με.

 Αὐτή εἶναι προσευχή. Προσευχή πού πράγματι ἑνώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Δημιουργό Του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου