ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ

Ὁ ἅ­γι­ος Ἰ­γνά­τι­ος ὁ Θε­ο­φό­ρος δι­ε­τέ­λε­σε μα­θη­τὴς τοῦ Εὐ­αγ­γε­λι­στῆ Ἰ­ω­άν­νη καὶ ἦ­ταν ὁ δεύ­τε­ρος κα­τὰ σει­ρὰ ἐ­πί­σκο­πος Ἀν­τι­ο­χεί­ας. Ἐ­πὶ αὐ­το­κρά­το­ρα Τρα­ϊ­α­νοῦ, πε­ρὶ τὸ ἔ­τος 110, ξέ­σπα­σε διω­γμὸς ἐ­ναν­τί­ον τῶν Χρι­στια­νῶν στὴν Ἀν­τι­ό­χει­α, κα­τὰ τὴ δι­άρ­κει­α τοῦ ὁ­ποί­ου συ­νε­λή­φθη καὶ ὁ ἅ­γι­ος Ἰ­γνά­τι­ος. Σι­δη­ρο­δέ­σμι­ος ὁ­δη­γή­θη­κε ἀ­πὸ τὴν Ἀν­τι­ό­χει­α στὴ Ρώ­μη. Δι­ερ­χό­με­νος ἀ­πὸ τὴ Σμύρ­νη προ­σῆλ­θαν πρὸς ἐ­πί­σκε­ψη καὶ πα­ρα­μυ­θί­α του ἐκ­πρό­σω­ποι δι­α­φό­ρων Ἐκ­κλη­σι­ῶν τῆς Μ. Ἀ­σί­ας. Αὐ­τοὶ ἀ­να­χω­ρῶν­τας ἔ­λα­βαν ἀ­πὸ τὸν Ἰ­γνά­τι­ο Ἐ­πι­στο­λὲς γιὰ τὶς Ἐκ­κλη­σί­ες ἀπ’ ὅ­που προ­έρ­χον­ταν, δηλαδὴ αὐ­τὲς τῆς Ἐ­φέ­σου, τῆς Μα­γνη­σί­ας καὶ τῶν Τράλ­λε­ων. Τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νό τους πε­ρι­λαμ­βά­νει εὐ­χα­ρι­στί­ες γιὰ τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον πρὸς τὸ πρό­σω­πό του καὶ πα­ράλ­λη­λα συμ­βου­λεύ­ει ὁ­μό­νοι­α, πει­θαρ­χί­α, ἐμ­μο­νὴ στὴν κα­τὰ Χρι­στὸν ἀ­ρε­τὴ καὶ ἀ­πο­φυ­γὴ τῶν αἱ­ρέ­σε­ων. Ἰ­δι­αι­τέ­ρως ὅ­μως συ­νι­στᾶ ὑ­πα­κο­ὴ πρὸς τὸν ἐ­πί­σκο­πο, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἐ­κλαμ­βά­νε­ται ὡς ἐκ­πρό­σω­πος τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ.


Με­τὰ τὴ Σμύρ­νη ὁ Ἰ­γνά­τι­ος ὁ­δη­γή­θη­κε στὴν Τρω­ά­δα, ἀπ’ ὅ­που συ­νέ­γρα­ψε Ἐ­πι­στο­λὲς πρὸς τὶς Ἐκ­κλη­σί­ες τῆς Φι­λα­δελ­φεί­ας καὶ τῆς Σμύρ­νης. Ἐ­πι­στο­λὴ ἔ­στει­λε καὶ στὸν ἐ­πί­σκο­πο Σμύρ­νης Πο­λύ­καρ­πο. Τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τῶν Ἐ­πι­στο­λῶν ἀ­φο­ρᾶ ἀ­φε­νὸς σὲ εὐ­χα­ρι­στί­ες πρὸς τοὺς πα­ρα­λῆ­πτες γιὰ τὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον καὶ τὴν πρό­νοι­α ποὺ ἐ­πέ­δει­ξαν στὸν αἰχ­μά­λω­το ἱ­ε­ράρ­χη καὶ ἀ­φε­τέ­ρου σὲ συμ­βου­λὲς καὶ νου­θε­σί­ες πρὸς αὐ­τούς. Τε­λι­κὰ ὁ Ἰ­γνά­τι­ος ἀ­πὸ τὴν Τρω­ά­δα ὁ­δη­γή­θη­κε στὴ με­γά­λη πό­λη τῆς Ρώ­μης. Κα­τὰ τὴν πα­ρα­μο­νή του στὴ Ρώ­μη ὁ Ἰ­γνά­τι­ος πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε ὅ­τι οἱ Χρι­στια­νοὶ τῆς Ρώ­μης κα­τέ­βαλ­λαν προ­σπά­θει­ες γιὰ νὰ τὸν σώ­σουν ἀ­πὸ τὸ ἐ­πι­κεί­με­νο μαρ­τύ­ρι­ο. Ἡ πλη­ρο­φο­ρί­α αὐ­τὴ τὸν ὁ­δή­γη­σε στὴν ἀ­πο­στο­λὴ τῆς Ἐ­πι­στο­λῆς πρὸς τοὺς κα­τοί­κους τῆς Ρώ­μης, στὴν ὁ­ποί­α ἐκ­φρά­ζει τὴ θερ­μή του πί­στη πρὸς τὸν Θε­ὸ καὶ τοὺς πα­ρα­κα­λεῖ νὰ στα­μα­τή­σουν κά­θε προ­σπά­θει­α πρὸς ἀ­παλ­λα­γή του ἀ­πὸ τὸν θά­να­το ποὺ θὰ συ­ναν­τοῦ­σε στὴν ἀ­ρέ­να μὲ τὰ ἄ­γρι­α θη­ρί­α. Γιὰ τὸν Ἰ­γνά­τι­ο τὸ ἐ­πι­κεί­με­νο μαρ­τύ­ρι­ο ἀ­πο­τε­λοῦ­σε τὸν μό­νο τρό­πο γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α του: «σύγ­γνω­τέ μοι, ἀ­δελ­φοί˙ μὴ ἐμ­πο­δί­ση­τέ μοι ζῆ­σαι, μὴ θε­λή­ση­τέ με ἀ­πο­θα­νεῖν˙ τὸν τοῦ Θε­οῦ θέ­λον­τα εἶ­ναι, κό­σμῳ μὴ χα­ρί­ση­σθε, μη­δὲ ὕ­λη ἐ­ξα­πα­τή­ση­τε˙ ἄ­φε­τέ με κα­θα­ρὸν φῶς λα­βεῖν˙ ἐ­κεῖ πα­ρα­γε­νό­με­νος ἄν­θρω­πος ἔ­σο­μαι˙ ἐ­πι­τρέ­ψα­τέ μοι μι­μη­τὴν εἶ­ναι τοῦ πά­θους τοῦ Θε­οῦ μου».

Πράγ­μα­τι, ὁ Ἰ­γνά­τι­ος ἔ­λα­βε τὸ στέ­φα­νο τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου γε­νό­με­νος βο­ρὰ τῶν ἄ­γρι­ων θη­ρί­ων στὸ ἀμ­φι­θέ­α­τρο τῆς Ρώ­μης τὴν 20ὴ Δε­κεμ­βρί­ου τοῦ ἔ­τους 113. Μὲ τὸ πέ­ρας τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου τὸ μό­νο ποὺ ἀ­πέ­μει­νε ἀ­πὸ τὸν ἅ­γι­ο Ἰ­γνά­τι­ο ἦ­ταν τὰ με­γα­λύ­τε­ρα ὀ­στᾶ του, τὰ ὁ­ποῖα με­τα­φέρ­θη­καν καὶ τά­φη­καν μὲ τι­μὲς στὴν πό­λη του, τὴν Ἀν­τι­ό­χει­α. Ἀρ­γό­τε­ρα, γύ­ρω στὸ 540, με­τα­κο­μί­σθη­καν στὴ Ρώ­μη καὶ ἐ­να­πο­τέ­θη­καν στὸν να­ὸ τοῦ ἁ­γί­ου Κλή­μεν­τος.  

Οἱ Χρι­στια­νοὶ τι­μοῦ­με τὰ λεί­ψα­να τῶν ἁ­γί­ων μας. Ἡ τι­μη­τι­κὴ προ­σκύ­νη­ση τῶν λει­ψά­νων βα­σί­ζε­ται στὸ δόγ­μα τῆς Ἐ­ναν­θρώ­πη­σης τοῦ Θε­οῦ Λό­γου. Ὁ Λό­γος ἔ­γι­νε τέ­λει­ος ἄν­θρω­πος γιὰ νὰ θε­ώ­σει ὅ­λη τὴν ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση. Ἡ ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γει­α τῆς θε­ώ­σε­ως ἐ­πε­κτεί­νε­ται σὲ ὅ­λο τὸ σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, τὴν κοι­νω­νί­α τῶν ἁ­γί­ων, τὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Δι­δά­σκει ὁ Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος, ὅ­τι ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ πα­ρα­μέ­νει στὰ σώ­μα­τα τῶν ἁ­γί­ων καὶ με­τὰ τὸν θά­να­τό τους, κά­νον­τάς τα πνευ­μα­το­φό­ρα, ζω­ο­ποι­ὰ καὶ πη­γὴ θαυ­μά­των. Τὰ λεί­ψα­να ὡς αἰ­σθη­τὰ ση­μεῖ­α τῆς πα­ρου­σί­ας τῶν ἁ­γί­ων στὸν κό­σμο δι­α­κο­νοῦν τὴν κοι­νω­νί­α τῶν πι­στῶν μὲ τὸν Χρι­στὸ καὶ ἐκ­φρά­ζουν τὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ ὁ ἅ­γι­ος Κύ­ριλ­λος Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων πα­ρα­τη­ρεῖ ὅ­τι: «Ἔγ­κει­ταί τις δύ­να­μις τῷ τῶν ἁ­γί­ων σώ­μα­τι δι­ὰ τὴν ἐν το­σού­τοις ἔ­τε­σιν ἐ­νοι­κή­σα­σαν ἐν αὐ­τῷ δι­καί­αν ψυ­χήν, ἧς ὑ­πη­ρέ­τη­μα γέ­γο­νεν» καὶ ἀ­να­φέ­ρει τὰ σου­δά­ρια καὶ σι­μι­κίν­θι­α τῶν Ἀ­πο­στό­λων, τὰ ὁ­ποῖ­α ἀ­πὸ τὴν ἐ­πα­φὴ μὲ τὰ ἅ­γι­α σώ­μα­τά τους ἔ­παιρ­ναν τό­ση δύ­να­μη καὶ Χά­ρη, ὥ­στε «τῶν σω­μά­των ἁ­πτό­με­να τῶν νο­σούν­των ἤ­γει­ρε τοὺς ἀ­σθε­νεῖς».

Ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α προ­τρέ­πει τοὺς πι­στοὺς νὰ προ­σκυ­νοῦν τὰ λεί­ψα­να τῶν ἁ­γί­ων, δι­ό­τι ἔ­τσι δη­μι­ουρ­γεῖ­ται ἡ δυ­να­τό­τη­τα τῆς ἄ­με­σης κοι­νω­νί­ας μα­ζί τους. Μὲ τὸν τρό­πο αὐ­τὸ οἱ πι­στοὶ ἀ­πο­κτοῦν τὸν ἀ­ναγ­καῖ­ο ζῆ­λο, ὥ­στε νὰ ἐ­νι­σχυ­θοῦν στοὺς πνευ­μα­τι­κούς τους ἀ­γῶ­νες καὶ ἐν τέ­λει νὰ μι­μη­θοῦν τοὺς ἅ­γι­ους μάρ­τυ­ρες. Μὲ ἄλ­λα λό­γι­α, τι­μῶν­τας ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τοὺς ἅ­γι­ους μάρ­τυ­ρες, ἐγ­κω­μι­ά­ζον­τας τὰ κα­τορ­θώ­μα­τά τους καὶ κο­σμῶν­τας τὶς ἡ­μέ­ρες τοὺ ἔ­τους μὲ τὶς μνῆ­μες τους, ὄ­χι μό­νο προ­τρέ­πει, ἀλ­λὰ καὶ χει­ρα­γω­γεῖ τοὺς πι­στοὺς στὴν ἀ­ρε­τή: «Τοῦ­το γὰρ ἔ­στι μαρ­τύ­ρων ἐγ­κώ­μι­ον, ἡ πρὸς ἀ­ρε­τὴν πα­ρά­κλη­σις τῶν πιστῶν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου