ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

Κήρυγμα γιά Κυριακή 8.11.2015
Κυριακή Ζ΄ Λουκά (Λουκά η΄ 41-56)

Καθώς ὁ Κύριος περιήρχετο τίς πόλεις εὐεργετῶν καί ἰώμενος καί οἱ ἄλλοι συνέθλιβον αὐτόν, ἔκανε μία ἐρώτηση ποιός τόν ἄγγιξε; Ἕνα ἐρώτημα πού προκαλεῖ ἀπορία. Φανταστεῖτε χιλιάδες ἀνθρώπων γύρω ἀπό τόν Ἰησοῦ νά προσπαθοῦν νά ἀγγίξουν καί νά δοῦν τόν διδάσκαλο καί ἐκεῖνος, νά θέτει αὐτό τό ἐρώτημα: «Τίς ὁ ἁψάμενος μου;». Αὐτήν τήν ἀπορία ἐξέφρασαν οἱ μαθητές λέγοντας στόν Κύριο, ὅτι : Δέν βλέπεις τί γίνεται γύρω- γύρωκι ἐσύ ζητᾶς νά μάθεις, ποιός σέ ἄγγιξε;


Τό διαφορετικό πού ὑπῆρχε στό περιστατικό αὐτό, καί στήν συνάντηση τοῦ Ἰησοῦ μέ τήν γυναίκα ἐκείνη, ἀναφέρεται στό ἑξῆς: Ὅτι ὁ Εὐαγγελιστιής περιγράφει τήν σκηνή «προσελθούσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ». Οἱ ἄνθρωποι, ὁ ὄχλος ἄνοιγε ἐμπρός στόν Ἰησοῦ καί πύκνωνε πίσω του. Ἡ λέξη «ὄπισθεν» δείχνει περισσότερη προσπάθεια κυρίως ὅμως ἀποκαλύπτει σεβάσμιο δέος. Ἡ ἄρρωστη γυναίκα καταβάλει μεγάλη προσπάθεια, ὥστε νά φτάσει πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ καί νά ἀγγίξει τό κράσπεδο τοῦ ἱματίου Αὐτοῦ. Καί κάνει αὐτό γιατί δέν νοιώθει ἄξια νά γονατίσει ἐμπρός στόν Ἰησοῦ νά τοῦ μιλήσει, νά τό παρακαλέσει, νά πιάσει τό χέρι του. Καί παρόλο πού αὐτή ἡ ἐπικοινωνία δέν εἶχε κανένα διάλογο, ἦταν συγκλονιστική καί ἀποτελεσματική. Ἡ ταπείνωση της ἥλκυσε τήν θεία χάρη, οὕτως ὥστε κι ἐκείνη νά θεραπευθεῖ ἀλλά καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός νά νοιώσει ὅτι δύναμη παρ’ αὐτοῦ ἐξήρχετο. Θά μποροῦσε ὁ Κύριός μας στρέφοντας τό βλέμμα του πάνω μας νά συναντήσει κάποιον πού νά τόν ἄγγιξε ἀπό ὅλους ἐμᾶς; Νομίζω ὅτι δέν διαθέτουμε τό δέος ἐκεῖνο τῆς αἱμορροούσης οὔτε δέ τήν πίστη της. Ἔχουμε ἀπογυμνωθεῖ καί ἀπό τά δύο. Καί δυστυχῶς ἔχουμε προσβληθεῖ ἀπ’ αὐτό πού οἱ πνευματικοί μας πατέρες μᾶς ἔχουν ἐπιστήσει τήν προσοχή, νά κρατηθοῦμε μακρυά ἀπό τήν ἐξοικείωση. Ἔχουμε ἐξοικειωθεῖ μέ ὅλα, μέ τήν Ἁγία Γραφή, μέ τά μυστήρια, μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τήν προσευχή, μέ ὅλα. Διαβάζουμε τά ἱερά κείμενα σάν ἁπλά καθημερινά κείμενα, χωρίς περιεχόμενο, μηχανικά. Χωρίς νά ἐμβαθύνουμε, κυρίως δέ χωρίς νά πράττουμε τί ἀγαθόν ἀπό ὅλα αὐτά. Καί ἐμεῖς οἱ κήρυκες ἔχουμε ἀπογυμνωθεῖ ἀπό τό ἱερό δέος χωρίς νά ἐφαρμόζουμε στήν ζωή μας αὐτά πού διδάσκουμε. Ἀκόμη κοινωνοῦμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων δηλαδή ὄχι ἁπλά ἀγγίζουμε τόν Χριστόν ἀλλά τόν παίρνουμε μέσα μας ὁλόκληρον. Καί τί γίνεται, γυρίζουμε ἐν συνεχείᾳ στήν παλιά μας ζωή, στά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, στά κουτσομπολιά, στίς ἐπικρίσεις, στίς ἀνώφελες καί κουτές συζητήσεις, στόν θυμό, τήν ζήλεια καί τόν φθόνο πού πετρώνει τήν καρδιά μας καί δέν τήν ἀφήνει νά καλλιεργηθεῖ καί νά ἀποδώσει καρπούς ἀρετῶν. Γινόμαστε καί ἐμεῖς σάν τά πλήθη πού κυνηγοῦν τόν Χριστόν, μπορεῖ κάποια φορά νά τόν ἀκουμπᾶμε ἀλλά ἡ ἀπογύμνωσή μας, ἡ ἔλλειψη δέους καί πίστεως γιά τήν θεότητά του, δέν μᾶς δίνουν τήν θεραπεία, οὔτε τό νά πεῖ ὁ Κύριος ὅτι ἐξῆλθε δύναμη ἀπό Αὐτόν.

Ἔτσι ἀπογυμνωμένοι καί ἐντελῶς μηχανικά, παγώνει ἡ προσευχή μας, ἡ ζωή μας παραπαίει ἀνάμεσα στήν ἀρετή καί τήν ἁμαρτία κερδίζοντας τίς περισσότερες φορές ἡ δεύτερη.

Γι’ αὐτό ἄς ἀναλάβουμε τήν πανοπλία τοῦ πνεύματος. Τό εὐλαβικό δέος εἶναι τό γνώρισμα τῶν εὐλαβικῶν ἁγνῶν ψυχῶν. Οἱ περισσότεροι ἔχουμε χάσει τήν θρησκευτική ἐμπειρία μέσα στίς πρόχειρες σοφίες καί ἀναλύσεις μας. Θά πρέπει νά μιμηθοῦμε τούς εὐσεβεῖς εὐλαβεῖς προπάτορές μας, στήν αὐθεντική καί αὐθόρμητη θρησκευτική συμπεριφορά τους πού ὁμοιάζει μέ τῆς αἱμορροούσης. Ἄς προσέξουμε μέ τί πόθο, τί εὐλάβεια καί εὐσέβεια ἐπικαλοῦντο οἱ πρόγονοί μας τόν Χριστό, τήν Παναγία, τούς Ἁγίους. Ζοῦσαν συχνότερα στό θαῦμα καί κατόρθωναν νά ἀποσπάσουν μία θεία δύναμη γιά νά ξεπεράσουν κάθε δυσκολία. Ζοῦσαν εἰλικρινά διότι προσπαθοῦσαν στήν ζωή τους νά ἀγγίξουν τά κράσπεδα τῶν ἱματίων τοῦ Κυρίου. Στέκοταν μέ δέος καί εὐσέβεια μπροστά στόν Κύριο γιά νά κοινωνήσουν, νά προσκυνήσουν ἱερά λείψανα, εἰκόνες περίπυστες. Ἄς διδαχθοῦμε, ἄς μαθητεύσουμε κοντά τους γιά νά μάθουμε τόν τρόπο νά προσεγγίζουμε μέ ὅλη τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξή μας τόν Θεό.

Ἄς ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τόν ἐγωϊσμό μας πού ὁδηγεῖ στήν ψεύτικη ἀντίληψη ὅτι τά γνωρίζουμε ὅλα. Ἄς γίνουμε ὅσο τό δυνατόν πιό ἁπλοί, αὐθόρμητοι, εἰλικρινείς, ὅταν προσεγγίζουμε κάτι ἱερό, τόν ναό, τήν εἰκόνα, τά λείψανα, τό φρικτό μυστήριο τῶν Μυστηρίων, τήν θεία Εὐχαριστία.  

Ἄς προσέξουμε ὅμως διότι τό θρησκευτικό δέος δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τό μουντό σκοτεινό, σοβαροφανές ὕφος. Δέν ἔχει τίποτε κοινό μέ τό φαρισαϊκό ἀφανισμό τοῦ προσώπου. Δέν εἶναι φοβία, ἀλλά γνήσιος φόβος τοῦ Θεοῦ, σεμνός, ἐσωτερικός. Γιά νά ἀποκτήσουμε τό δέος αὐτό θά πρέπει μέσα μας νά ἀναπτύξουμε τήν περισσυλογή, τήν σιωπή. Νά μπορέσουμε σιωπηλῶς καί ἐρευνητικῶς νά δοῦμε τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού οἱ ἀσκητές τῆς Ἐκκλησίας μας λέγουν «θεοί Θεοῦ». Βέβαια αὐτό δέν είναι ἐφικτό μέσα στήν πολυκύμαντη, θορυβώδη καί πολυάσχολη ζωή μας. Ὅμως ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέγει εἶναι προτιμώτερο τό νά ὑπάρχεις καί νά εἶσαι σιωπών, παρά νά «λαλεῖς» νά ὁμιλεῖς συνεχῶς χωρίς νά ὑπάρχεις. Ἐμεῖς δυστυχῶς ὁμιλοῦμε πολύ ἔχοντας χάσει τήν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Ἔχουμε χάσει στήν οὐσία τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας στό κυνήγι τῶν λόγων οἰκοδομῆς. Ὁ Κύριος ὑπάρχει στά χείλη μας καί ὄχι στήν καρδιά μας.

Ἡ αἱμορροοῦσα δέν ἐπικοινώνησε μέ λόγια μέ τόν Κύριο ἀλλά μυστικῶς, ἀντλώντας θεία δύναμη. Καί ἡ μυστική αὐτή συνάντηση ἐπισφραγίσθηκε μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου «θάρσει, θυγάτερ, ἡ πίστη σου σέσωκέσε (ὄχι ἁπλῶς ἡ χάρις μου)». Τό εὐλαβικό δέος ἀποτελεῖ τούς μητρικούς κόλπους πού γαλουχεῖται μία πίστη προσωπική, δυνατή, ἱκανή νά ἀποσπᾶ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί νά σώζει. Ἀποτελεῖ τήν ἀφετηρία μία πορεία εἰρήνης. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου