ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ

1 Μαρτίου 1998

 «Ἐ­ὰν γὰρ ἀ­φῆ­τε τοῖς ἀν­θρώ­ποις τὰ πα­ρα­πτώ­μα­τα αὐ­τῶν, ἀ­φή­σει καὶ ὑ­μῖν ὁ πα­τὴρ ὑ­μῶν ὁ οὐ­ρά­νι­ος».

Στό ση­με­ρι­νό εὐ­α­γι᾿ε­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα, ἀ­γα­πη­τοί μου Χρι­στι­α­νοί, ἀ­κού­σα­με τό Χρι­στό νά μᾶς φα­νε­ρώ­νει ξε­κά­θα­ρα τόν τρό­πο, μέ τόν ὁ­ποῖ­ο θά ἐ­πι­τύ­χου­με τήν ἄ­φε­ση τῶν κρι­μά­των μας καί τῶν σφαλ­μά­των μας ἀ­πό τόν Οὐ­ρά­νι­ο Πα­τέ­ρα καί Θε­ό μας. Καί ὁ τρό­πος αὐ­τός εἶ­ναι ἡ συγ­χώ­ρε­ση πού πρέ­πει νά δί­νου­με σ᾿ ὅ­σους μᾶς πί­κρα­ναν, σ᾿ ὅ­σους μᾶς ζη­μί­ω­σαν, σ᾿ ὅ­σους μᾶς πρό­δω­σαν καί πρό­σβα­λαν καί γε­νι­κά σ᾿ ὅ­σους μᾶς ἔ­φται­ξαν. Αὐ­τά βά­ζει ὁ Κυ­ρι­ός μας σάν ἀ­παρ­χή καί σάν προ­ϋ­πό­θε­ση γι­ά τήν ἐ­πι­τυ­χί­α τῆς δι­κῆς μας ἐ­ξι­λέ­ω­σης ἀ­πό τίς προ­σω­πι­κές μας ἁ­μαρ­τί­ες. Βά­ση ὅ­μως μι­ᾶς τέ­τοι­ας δι­ά­θε­σης ψυ­χι­κῆς εἶ­ναι ἡ κα­λω­σύ­νη καί τά σπλάγ­χνα οἰ­κτιρ­μῶν, στά ὁ­ποῖ­α δέν ὑ­πάρ­χουν οὔ­τε πε­ρι­ο­ρι­σμοί, οὔ­τε προ­τι­μή­σεις, οὔ­τε ὅ­ρι­α.

Ὅ­ταν ὁ Ἀ­πό­στο­λος Πέ­τρος ρω­τά­ει τόν Χρι­στό μας, ἐ­άν πρέ­πει νά συγ­χω­ρέ­σει ἑ­πτά φο­ρές τόν ἀ­δελ­φό του, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἁ­μάρ­τη­σε ἐ­να­ντί­ον του, ὁ Ἰ­η­σοῦς τοῦ ἀ­πο­κρί­νε­ται πώς πρέ­πει νά τόν συγ­χω­ρή­σει, ὄ­χι μό­νον ἑ­πτά φο­ρές, ἀλ­λά ἑ­βδο­μή­ντα ἑ­πτά. Μέ­σα ἀπ᾿  αὐ­τή τήν ἀ­πά­ντη­ση ὑ­πο­νο­εῖ­ται, τό­σο ἡ κα­θο­λι­κή δι­ά­στα­ση τῆς συ­γι᾿νώ­μης, ὅ­σο καί ἡ μό­νι­μη ὑ­πό­στα­σή της. Εἶ­ναι σάν νά μᾶς λέ­γει καί ὁ­ρί­ζει ὁ Χρι­στός ὅ­τι δέ φτά­νει νά συγ­χω­ρή­σου­με μί­α, δύ­ο, δέ­κα φο­ρές, ἀλ­λά ἀ­νά­γκη οὐ­σι­α­στι­κή καί χρέ­ος ἀ­νε­ξό­φλη­το εἶ­ναι νά συγ­χω­ροῦ­με πά­ντα ἀ­δι­ά­κο­πα. Ἡ πη­γή τῆς συ­γι᾿νώ­μης ἔ­χει τήν ἔ­μπνευ­σή της καί τήν ἀ­παρ­χή της στά βά­θη τοῦ ἐ­λέ­ους καί τῆς πο­λυ­ευ­σπλαγ­χνί­ας τοῦ Θε­οῦ, γι᾿ αὐ­τό, ὅ­ταν εἶ­ναι πρα­γμα­τι­κή καί γνή­σι­α, δέν πρέ­πει νά στε­ρεύ­ει πο­τέ. Ἀ­πό ἐ­κεῖ ἐ­μπνέ­ε­ται ἡ ψυ­χι­κή τοῦ Χρι­στι­α­νοῦ δι­ά­θε­ση γι­ά συγ­χω­ρη­τι­κό­τη­τα, γι­α­τί μό­νο ἔ­τσι θά εἶ­ναι μό­νι­μη καί ἀ­δι­ά­κο­πη ἡ ρο­πή καί ἡ τά­ση τῆς ψυ­χῆς του γι᾿ αὐ­τό.

Ὁ Ἰ­η­σοῦς φα­νε­ρώ­νει ἀ­κό­μα πώς τή σχέ­ση μας καί τήν ἐ­πι­κοι­νω­νί­α μας μέ τόν Θε­ό δέν θά τήν κα­θο­ρί­σουν οὔ­τε οἱ ὑ­πο­κρι­τι­κές εὐ­λά­βει­ες, οὔ­τε μό­νο ἡ πί­στη μας στήν ὕ­παρ­ξή Του, οὔ­τε ἀρ­κε­τό εἶ­ναι οἱ νη­στεῖ­ες μας. Τή θέ­ση μας ἀ­πέ­να­ντι στό Θε­ό καί τήν ἀ­λη­θι­νή κοι­νω­νί­α μα­ζί Του, μέ­σα ἀ­πό τό Μυ­στή­ρι­ο της Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας καί τῆς μυ­στι­κῆς πα­ρα­δει­σέ­νι­ας ἐ­μπει­ρί­ας καί ἀ­πο­κά­λυ­ψης, τήν κα­θο­ρί­ζουν ὁ­ρι­στι­κά καί τε­λε­σί­δι­κα ἡ ἀ­νοι­χτή καί ἀ­προ­ϋ­πό­θε­τη προ­σφο­ρά ἀ­γά­πης καί συγ­γνώ­μης πρός ἐ­κεί­νους πού μᾶς βλά­ψα­νε καί μᾶς ζη­μι­ώ­σα­νε καθ᾿ οἱ­ον­δή­πο­τε τρό­πο.

Στή γνω­στή σ᾿ ὅ­λους μας πα­ρα­βο­λή τοῦ ὀ­φει­λέ­τη δού­λου, ὁ Κύ­ρι­ος, παρ᾿ ὅ­λο πού μπο­ροῦ­σε νά ρί­ξη στή φυ­λα­κή καί νά κα­τά­σχη ὅ­λη τήν πε­ρι­ου­σί­α τοῦ χρε­ω­φει­λέ­τη, εἰ­σά­κου­σε τήν πα­ρά­κλη­σή του καί δέν τόν τι­μώ­ρη­σε. Ὅ­ταν ὅ­μως ὁ Ἄρ­χο­ντας Κύ­ρι­ος καί Βα­σι­λεύς ἐ­κεῖ­νος ἔ­μα­θε τήν κα­κουρ­γί­α τοῦ πο­νη­ροῦ ἐ­κεί­νου δού­λου ἀ­πέ­να­ντι σέ κά­ποι­ον σύν­δου­λό του πού τοῦ χρε­ω­στοῦ­σε κά­ποι­ο μι­κρό χρέ­ος, τό­τε ἐ­πι­βάλ­λει στόν ἀ­χά­ρι­στο ἐ­κεῖ­νο δοῦ­λο τήν ἴ­δι­α σκλη­ρή τύ­χη πού ὥ­ρι­σε ὁ νό­μος.

Ἡ συγ­γνώ­μη ἐ­πί πλέ­ον δέν εἶ­ναι πρά­ξη ἀρ­νη­τι­κή, μή­τε ἀ­πο­χή ἀ­πό ἐκ­δί­κη­ση ἤ κύ­ρω­ση ποι­νῆς. Δέν εἶ­ναι αὐ­τό πού λέ­νε με­ρι­κοί: Ἐ­γώ δέν τόν ἐκ­δι­κοῦ­μαι καί δέν κά­νω κά­τι κα­κό ἐ­να­ντί­ον αὐ­τοῦ τοῦ ἀν­θρώ­που πού μέ ἔ­βλα­ψε, ἀλ­λά νά τόν ἀ­γα­πή­σω καί νά τοῦ προ­σφέ­ρω τό ἔ­λε­ός μου δέν μπο­ρῶ, μή­τε ἐ­πι­θυ­μῶ νά κά­μω. Αὐ­τή ἡ σκέ­ψη εἶ­ναι προ­ϊ­όν του ἐ­γω­ι­σμοῦ μας, Χρι­στι­α­νοί μου, γι­α­τί τόν φταί­χτη μας τόν ἀ­ντι­με­τω­πί­ζου­με ἤ πλη­σι­ά­ζου­με μέ ἦ­θος ὑ­πε­ρο­πτι­κῆς ἀ­νω­τε­ρό­τη­τας καί μέ τό ὕ­φος τοῦ κρι­τῆ καί τι­μη­τῆ. Τέ­τοι­α στά­ση δέν εἶ­ναι προ­σφο­ρά καί πρά­ξη ἀ­γά­πης. Τέ­τοι­α συ­μπε­ρι­φο­ρά κρύ­βει τήν πο­νη­ρι­ά τοῦ χρε­ω­φει­λέ­τη δού­λου πού κα­τε­δί­κα­σε ὁ Χρι­στός μας, ἀ­φοῦ μᾶς κά­νει νά ξε­χνᾶ­με τό δι­κό μας ἔ­γκλη­μα καί νά βλέ­που­με μό­νο τοῦ ἄλ­λου τό μι­κρό πταῖ­σμα.

Χρι­στι­α­νοί μου,

Τό κε­φά­λαι­ο τῆς συγ­γνώ­μης εἶ­ναι ἀ­πό τά πι­ό βα­σι­κά καί θε­με­λι­α­κά τῆς δι­δα­σκα­λί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. Ἄν ὁ κα­θέ­νας μας κα­τα­σι­γά­ση τόν ἐ­γω­ι­σμό του καί βγῆ ἀ­πό τά σφα­λε­ρά πλέ­γμα­τα τῆς κα­τω­τε­ρό­τη­τάς του, τό­τε θά βλέ­πει μέ δι­α­φο­ρε­τι­κό μά­τι καί ἐ­κεῖ­νον πού τόν ζη­μί­ω­σε καί τό ἁ­μάρ­τη­μα καί σφάλ­μα τοῦ ἀ­ντι­δί­κου. Ὑ­πάρ­χει πο­λύ με­γα­λύ­τε­ρη πι­θα­νό­τη­τα νά φέ­ρη τόν ἄν­θρω­πο πού ἔ­φται­ξε εἰ­λι­κρι­νά με­τα­νοι­ω­μέ­νον κο­ντά του μέ τόν τρό­πο τῆς συγ­γνώ­μης, πα­ρά μέ τά μέ­σα τῆς ἐκ­δί­κη­σης καί τοῦ μί­σους.

Ὅ­ποι­ος ἀ­γα­πᾶ τόν Θε­ό ἀ­γα­πᾶ καί τόν κό­σμο τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας καί τήν κο­ρω­νί­δα της, τόν ἄν­θρω­πο. Καί ὅ­ποι­ος θέ­λει νά πλη­σι­ά­σει μέ ἀ­γά­πη τόν Θε­ό, πρέ­πει πρῶ­τα νά ἀ­γα­πή­σει τήν ΕΙ­ΚΟ­ΝΑ ΤΟΥ, τόν ἄν­θρω­πο. Χω­ρίς αὐ­τά τά σω­στά κρι­τή­ρι­α, συγ­γνώ­μη δέν μπο­ρεῖ ν᾿ ἀν­θί­σει. Καί χω­ρίς συγ­γνώ­μη πρός ὅ­σους μᾶς ἔ­φται­ξαν, καμ­μι­ά ἄ­φε­ση δέν μπο­ροῦ­με νά πε­ρι­μέ­νου­με ἀ­πό τόν ΟΥ­ΡΑ­ΝΙ­Ο ΠΑ­ΤΕ­ΡΑ. Α­ΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου