ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ ΛΟΥΚΑ Τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ στήν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου


Τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ στήν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου

«… ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν…»
(Β´ Κορ. δ´ 6)

Ἀπὸ τὸ βιβλίοτοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Παρακλητικά»κδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1986, σελ. 22-26

 .           Τὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης (Εὐαγγέλια, Πράξεις, Ἐπιστολές, Ἀποκάλυψη) δὲν εἶναι ἱστορικὰ ἁπλῶς κείμενα, οὔτε νοησιαρχικά, ἐπεξεργασμένα ἀπὸ τὴν λογικὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ εἶναι κατ’ ἐξοχὴν κείμενα ἀποκαλυπτικά. Αὐτὸ σημαίνει πὼς οἱ ἅγιοι Εὐαγγελιστὲς καὶ Ἀπόστολοι ἀλλοιώθηκαν ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς θείας Χάριτος, ἀπέκτησαν ἐμπειρίες τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔπειτα διατύπωσαν αὐτὲς τὶς ἐμπειρίες τους, διότι ὑπῆρχε ἀνάγκη νὰ ἀπαντηθοῦν διάφορα ἐρωτήματα ποὺ ἀπασχολοῦσαν τοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς τους.

.           Τὰ θεόπνευστα αὐτὰ κείμενα ὀνομάζονται ἔτσι χάριν τῶν θεοπνεύστων συγγραφέων τους, οἱ ὁποῖοι δὲν φωτίσθηκαν ἁπλῶς ἐκείνη τὴν ὥρα γιὰ νὰ γράψουν αὐτὲς τὶς ἀλήθειες, ἀλλὰ ἤδη εἶχαν προηγουμένως ἀναγεννηθῆ μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ τὰ κείμενά τους εἶναι μαρτυρία τῆς αἰωνίου ζωῆς. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ ἔχουμε πάντα ὑπ’ ὄψιν μας καὶ φυσικὰ κατὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ σημερινοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος. Ἂς δοῦμε ὅμως σύντομα μερικὲς ἀλήθειες ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὰ προηγουμένως λε­χθέντα.

 Ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς

.           Εἶναι διάχυτη στήν Ἁγία Γραφὴ ἡ πληροφορία ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς, καὶ μάλιστα τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό. Αὐτὸς δημιούργησε τὸ αἰσθητὸ φῶς, αὐτὸς φωτίζει τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Ἴδιος εἶπε ὅτι εἶναι τὸ «φῶς τοῦ κόσμου». Αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου συμβολικὸ ἢ ἠθικό, ἀλλὰ πραγματικότης. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τόσο στήν Ἁγία Γραφὴ ὅσο καὶ στὰ ὑμνολογικὰ κείμενα ὁ Θεὸς παρουσιάζεται περισσότερο ὡς Φῶς. Καὶ ἐμεῖς ὄντες σκοτισμένοι ἀπὸ τὰ πάθη, εὑρισκόμενοι στὰ βάθη τῆς ἀβύσσου τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς φωτίση: «Φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον» (Ψαλμ. ΙΒ´ 4).
.           Αὐτὸ τὸ πραγματικὸ Φῶς τῆς θεότητος εἶδαν οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι ἐπάνω στὸ Θαβώρ. Ἐκεῖ λέγεται χαρακτηριστικὰ ὅτι «ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς» (Ματθ. ΙΖ´ 2). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πορευόμενος πρὸς τὴν Δαμασκὸ εἶδε αὐτὸ τὸ Φῶς. Καὶ ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει ἐκ πείρας αὐτὴν τὴν ἀλήθεια, γι’ αὐτὸ ψάλλει: «Τὸ ἀληθινὸν φῶς ἐπεφάνη καὶ πᾶσι τὸν φωτισμὸν δωρεῖται». Μέσα στὰ θεουργὰ καὶ φωτουργὰ Μυστήρια ἀποκτοῦμε προσωπικὴ ἐμπειρία αὐτῆς τῆς πραγματικότητος, γι’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ ψάλλουμε μὲ εὐγνωμοσύνη: «Εἴδομεν τὸ Φῶς τὸ ἀληθινόν…».

 Ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου

.           Ὁ Θεός, τὸ Θεῖον φῶς, ἀποκαλύπτεται στήν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ διαβεβαιώνει σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ἐδῶ ἀπαραίτητα, πρέπει νὰ κάνουμε δυὸ διευκρινιστικὲς ἐπεξηγήσεις. Ἡ μιὰ εἶναι τὸ τί ἀκριβῶς ἐννοοῦμε, ὅταν στήν ὀρθόδοξη γλώσσα χρησιμοποιοῦμε τὴν λέξη καρδιά. Βέβαια ποτὲ δὲν ἐννοοῦμε τὸ συναίσθημα, ὅπως κατέληξε νὰ λέγεται στήν σημερινὴ ἐποχή. Καρδιὰ στήν πατερικὴ γλώσσα εἶναι τὸ κέντρο τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἄλλοτε ὀνομάζεται νοῦς καὶ ἄλλοτε καρδιὰ καὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ σήμερα ὀνομάζουμε πρόσωπο. Καρδιὰ λοιπὸν εἶναι τὸ πρόσωπο, ποὺ εἶναι τὸ κέντρο ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἀναλυτικότερα καρδιὰ εἶναι ὁ χῶρος ἐκεῖνος ποὺ ἀνακαλύπτεται μὲ τὴν ἐν Χάριτι ἄσκηση καὶ μέσα στὸν ὁποῖο ἀποκαλύπτεται ὁ Ἴδιος ὁ Θεός. Δὲν θὰ ἤθελα στὸν μικρὸ αὐτὸ χῶρο ποὺ διαθέτουμε νὰ λεχθοῦν περισσότερα καὶ νὰ καταγραφοῦν πατερικὰ χωρία. Μόνον πρέπει νὰ λεχθῆ ὅτι ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἀντιληφθῆ καὶ νὰ κατανοήση τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ γενικὰ τὸν λόγο ὅλων τῶν ἁγίων.
.           Ἡ ἄλλη διευκρίνιση εἶναι ὅτι ὁ χῶρος αὐτὸς (καρδιά), στὸν ὁποῖο ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ φωτίζεται. Ὁ ἐνεργούμενος ὑπὸ τοῦ Παναγίου Πνεύματος αἰσθάνεται φῶς μέσα στήν καρδιὰ του καὶ γενικὰ σὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη. Κατὰ τὸν ἅγιο Μακάριο τὸν Αἰγύπτου αὐτὴ ἡ ἔλλαμψη δὲ εἶναι μιὰ ἀποκάλυψη νοημάτων, «ἀλλ’ ὑποστατικοῦ φωτὸς ἐν ταῖς ψυχαῖς βεβαία καὶ διηνεκὴς ἔλλαμψις». Δηλ. δὲν αἰσθάνεται τότε ὁ ἄνθρωπος μιὰ φώτιση τῆς διανοίας, οὔτε μιὰ συναισθηματικὴ ἔξαρση ἢ φανταστικὴ ἔξαψη, ἀλλὰ ὕπαρξη ἐντός του μιᾶς ζωῆς, ζωῆς αἰωνίου. Διότι «ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων»(Ἰωάν. α΄, 4). Τὸ ἀντιλαμβάνεται καλὰ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος, γιατί ἀποκτᾶ νέα γνώση Θεοῦ. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔλλαμψη «πᾶσα γνῶσις ἀποκαλύπτεται καὶ ὁ Θεὸς πρὸς ἀλήθειαν τῇ ἀξίᾳ καὶ φιλουμένῃ ψυχῇ γνωρίζεται» (ἅγ. Μακάριος). Τότε «ἀνοίγεται… ἡ οὐράνιος πύλη πάσης τῆς ἰσαγγέλου καὶ ὑψηλῆς πολιτείας καὶ καταστάσεως» (Κάλλιστος καὶ Ἰγνάτιος Ξανθόπουλοι). Εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Ἀπόστολος «…πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ».

 Διάκριση

.           Μέσα στὶς ὑψηλὲς καταστάσεις καὶ στὰ ὑπερφυσικὰ χαρίσματα, ποὺ βιώνει τότε ὁ φωτισμένος καὶ «χαριτωμένος» ἄνθρωπος, εἶναι καὶ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως. Ὅπως γίνεται φανερὸ αὐτὴ ἡ διάκριση δὲν εἶναι μιὰ διανοητικὴ ἐπεξεργασία καὶ ἡ ἐπιλογὴ μὲ τὴν βοήθεια τῆς λογικῆς τῆς καλύτερης λύσεως, ἀλλὰ ἡ ἀποκάλυψη τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μέσα στήν καρδιά. Ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ φωτίζει τὸ σκοτάδι τῆς ἀγνοίας καὶ ἀποκαλύπτει τὸ θέλημα Του. Ἔτσι ἡ διάκριση εἶναι γνώρισμα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔχει φθάσει στήν κατάσταση τῆς θεώσεως. Τότε καὶ ὁ ἴδιος πορεύεται ἁπλανῶς καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν τοὺς ὁδηγεῖ «ἀπταίστως» «πρὸς τὸ ὄντως φῶς καί τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἀλήθειαν(Κάλλιστος καὶ Ἰγνάτιος Ξανθόπουλοι).
.           Τέτοιος «χαριτωμένος» ἄνθρωπος ἦταν καὶ ὁ Ἅγ. Εὐθύμιος ποὺ σήμερα ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας […]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου